Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2010

Τα κόκκινα δευτερόλεπτα

Κεφάλαιο 1





Τα πρώτο μου κόκκινο δευτερόλεπτο




Όταν το πρωί ανοίξα τα μάτια, χαμογέλασα, και δε φανταζόμουν τίποτα άλλο παρα μόνο εσένα. Ένιωθα την όμορφη χαρά να με γιατρεύουν από τον πόνο. Είχα ματώσει όλο το κρεβάτι. Πονούσα φριχτά, το κορμί μου με ικέτευε να σταματήσω, να σταματήσω να σε νοιάζομαι, να σταματήσω να είμαι εσύ. Όμως αυτό δε γινόταν, όχι αυτο δε γινόταν σίγουρα.

Έτούτη η ζεστή σαν ένεση γλυκεία ζέστη έτρεχε μες τις φλέβες μου και ρυάκια από κόκκινο πυχτό αίμα ξεχείλιζαν από μέσα απ' το κορμί μου και ξεχύνονταν στο σεντόνι απ' ανω. Σ'αγαπούσα και αυτό δεν ήταν αρκετό για το άρρωστο μυαλό μου, αυτό με τρέλενε, αυτό με κρατούσε στα δυο μου πόδια όρθιο, να χορεύω, να τρέχω, να χαρίζω στους φίλους μου πράσινες και κόκκινες κιμωλίες, αυτές που είχα με τόσο κόπο είχα μαζέψει, αυτές που έλεγα πως “αγαπώ” μέχρι ο τρελλός να γνωρίσω εσένα. Τα μάτια μου κλειστά για να μην δακρύσουν, να μην αρρωστήσουν και άλλο το μυαλό μου, τα κρατούσα εκείνη την μέρα, ολόκληρη μέρα κλειστά. Είχα εκνευρίσει την καλή Λίζα, έφτασε σε σημείο να μου τα ανοίξει με τα ίδια της τα χέρια. Άρνιόμουν γιατί δεν ήθελα να δω τίποτα άλλο παρά μόνο εσένα, με αρρώσταινες λέπτο με λεπτό πιο πολύ εκείνη την μέρα. Και φοβόμουν ομορφιά μου, φοβόμουν περίεργα, φοβόμουν όπως φοβόντουσαν όλοι να μην φοβηθώ. Να μην ξανα βρεθώ στο σκοτάδι, όμως είχα ήδη βρεθεί στο σκοτάδι, μόνος μου επίτηδες κρατώντας τα μάτια μου κλειστά, περιμένοντας να τα ανοίξω για να φυλακίσω μόνο εσένα μέσα τους. Φοβόμουν όμως μήπως περνούσες και σε έχανα. Έτσι τα άνοιγα στα κλεφτά να κοιτάξω μήπως είσαι εκεί. Να σε δω, να γλυτώσω από την λαχτάρα μου να σε δω.

Αυτά δεν είναι τα λόγια ενός τρελού, όμως σίγουρα ήταν οι πράξεις ενός τρελλού, μανιακού που με τον ζεστό έρωτα του για σένα προσπαθούσε να σταθεί όρθιος, για σένανε και μόνο.

Γλυκειά μέρα όπως όλες οι μέρες της άνοιξης, στεκόμουν και αναλωνόμουν με την ηλίθεια εκείνη συνήθεια. Μάζευα το υγρό χώμα, το καθάριζα αργά αργά και το έκανα βουναλάκια. Καθόμουν στο ίδιο παγκάκι που μου άρεζε να κάθομαι όλα εκείνα τα χρόνια, μάζευα το καστανό χώμα της άνοιξης που είχε ο κήπος του Marsach και το χάιδευα, το καθάριζα, το έπαιζα. Όλα αυτά με τις ώρες. Όμως εκείνη την άνοιξη έπαιζα με το χώμα και το μυαλό μου έτρεχε σαν λύκος γρήγορα, έτρεχε προς τα σένα. Και έτσι οι μέρες φαινόντουσαν να είναι πιο σπάνιες. Απολάμβανα κάθε τυπική διαδικασία, το βούρτσισμα των δοντιών, το πρωινό στην τραπεζαρία, την ιατρική εξέταση του μεσημεριού, τα χάπια μετά το μεσημεριανό, το παιχνίδι, το παγκάκι μου, τα χάπια πριν τον ύπνο, αλλά αυτό που απολάμβανα πιο πολύ από όλα εκείνες τις μέρες, ήταν σίγουρα ο ύπνος, ο γλυκός ύπνος με έσενα να πρωταγωνιστείς σε κάθε όνειρο, σε κάθε ανάσα μου, σε κάθε παλμό.

Η καλή Λίζα εκείνες τις μέρες της Άνοιξης είδε πως ήμουν τόσο καλά, τόσο ευτυχής που η καημένη μου έκοψε κάποιο χάπι. Η Μίνα χάρηκε τόσο όταν το μαθε που μου χάρισε ένα ρολόι με κόκκινους δείκτες, τρεις, έναν για την ώρα, έναν για τα λεπτά και ένα για τα δευτερόλεπτα. Ήταν εκείνες τις νύχτες της άνοιξης που σταμάτησα να κοιμάμαι μετρώντας τα δευτερόλεπτα. Τα κόκκινα δευτερόλεπτα και παρ' ότι η καλή Λίζα πίστευε πως όλα είναι καλά, εγώ έχανα τα δευτερόλεπτα του ύπνου μου, όλα τα κόκκινα δευτερόλεπτα για 5 μέρες συνεχόμενα, μέχρι να το καταλάβουν και να με καρφώσουν με υπνωτική ένεση.

Κοιμήθηκα τελικά εκείνη την νύχτα της άνοιξης, βαριά χωρίς να σε δω στα όνειρα μου, ναρκωμένα και ξερά τα μάτια μου έκλεισαν χωρίς να θέλω. Μου πήραν το ρολόι και έτσι ομορφιά μου σταμάτησα να μετρώ τα κόκκινα δευτερόλεπτα, τα δευτερόλεπτα που δεν ήμουνα κοντά σου.

Είναι περίεργο το μυαλό ενός τρελλού ανθρώπου και όταν του στερείς αυτό που λαχταράει αυτό δεν ανταποκρίνεται όπως όλων των άλλων, των λογικών ανθρώπων. Αυτό βυθίζεται σε εκείνο το κρύο σκοτάδι που όμοιο του δεν υπάρχει πουθενά, κατρακυλάει σε μια μεγάλη τρύπα που το ίδιο μόνο του έχει φτιάξει και ο γυρισμός είναι δύσκολος. Δεν είχα προσπαθήσει να αυτοκτονήσω, όχι. Απλά να με πονέσω, να με συνεφέρω, έτσι πίστευα πως θα άλλαζαν όλα, θα ερχόσουν κοντά μου, και θα μου έδειναν πίσω τα κόκκινα μου δευτερόλεπτα που θα ήθελα να τα ξοδέψω όλα μαζί σου, όλα.

Δεν πήρα πίσω το ρολόι μου, και νομίζα τότε πως η Μίνα μου κρατούσε κακία και πως εσύ δε μ' αγαπούσες. Βέβαια ξέρεις και συ πως δεν με γνώριζες καν μέχρι τότε και όσο και αν αστείο είναι δεν με συνάντησες για χρόνια ολόκληρα μετά. Όμως ομορφιά μου, γλυκιά μου Νάνσυ ξέρεις καλά πως ποτέ στα αλήθεια δεν υπήρχες. Σε περιμένω ακόμα..


1 σχόλιο:

  1. Γιατί το παληκάρι?? Αφού ο Καμίνης θα τα φτιάξει όλα!!! Ο Νικήτας έφυγε, έφυγε μακριά!!!!

    Μια κοινωνική προσφορά του kikop!
    :-D

    ΑπάντησηΔιαγραφή