my blog wants to kill your mama
σου κάνει κέφι ταξιδιώτη? επιτέλους o Eddie μας κατούρησε
Τετάρτη 31 Αυγούστου 2011
Cause love's such an old fashioned word
Δευτέρα 29 Αυγούστου 2011
Έτσι είναι
Δευτέρα 4 Απριλίου 2011
Σκεφτομαι και λεω πως γίνεται
Να ζεις στην πόλη σου, να ζεις στην ίδια γειτονιά απο μικρο παιδί, να βγαίνεις τόσα χρόνια στα ίδια μέρη, να μένεις στο ίδιο δωμάτιο χρόνια τώρα, να αγοράζεις ψωμί και γάλα από το ίδιο μαγαζί, και να μην έχεις ούτε έναν φίλο;
Παρασκευή 4 Μαρτίου 2011
ωραια τα δακρυα
Τρίτη 15 Φεβρουαρίου 2011
Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2011
Καλημέρες
3 είναι τα όμορφα επίγεια συναισθήματα που συμβαίνουν με βάση τον χρόνο και την ώρα.
1 είναι εκεί στις 10 το πρωι, που εχεις μόλις ξυπνήσει μετά από έναν καλό υπνο και πίνεις καφε -τσιγάρο.
2 είναι αμα ξημερώνει και είσαι με φίλους και
3 είναι άμα είναι κυριακή μεσημέρι και πίνεις καφέ στο μπαλκόνι με έναν φίλο και ρίχνεις κοτσομπολιό σαν καλή κατινάρα.
Δεν γαμιέσαι. Πλέον δεν εχει σημασια τίποτα από όλα αυτα, αφου μας τα στερησαν και αυτα τα τόσο απλά, αυτό με κάνει να αγχώνομαι περισσότερο. Τι εμεινε να πάρουν; Κεφάλια; Ας τα πάρουν. Μα ίσως καταφέρουμε και μεις να πάρουμε κανενα μαζί μας.
Κάθε μερα κομμάτια πεφτουν από το σωμα μας και κάνουν κρότο μόλις φτάσουν το πάτωμα.
Δεν είναι οτι δεν έχω λεφτα, τι να τα κανω πλεον αλλωστε;
Ολοι μου οι φίλοι το ιδιο αφραγκοι είναι. Οι ποιοι;;
Αυτό εννοω...
Με παρατηρω πως ημουν τα τελευταια χρόνια της ζωης μου. Μιζερη, επικριτικη δεν ενιωθα ευτυχισμενη και μου φαινεται αλήθεια αστείο.
Τωρα; τωρα γεμίζω χαρά με τα μικρά και ασήμαντα για άλλους πράμματα. Εχω μετατραπει σε ένα πολύ αισιόδοξο άνθρωπο. Να! εχθές ημουν ευτυχισμένη. Η μαμά μου πληρώθηκε τα 10% από αυτά που της χρωστάνε εδω και έναν χρόνο. Ή το άλλο; πηρα 5 ευρώ, μου τα δωσε η μαμά μου και πήγα για κρασί με τον 1 και μοναδικόμου φίλο. Δεν καθήσαμε πολύ γιατί κράτησε μισή ωρα το καραφάκι αλλά είπαμε για όλα τα καινουργια games που παίξαμε.
Πρέπει να εστιάζεις στις μικρές χαρές της ζωης.
Και μην μου πεις πως ηταν επιλογή μου. Γιατί θα είσαι ο πρώτος που θα σου πάρω το κεφάλι σε αυτά τα γενοκτονικά όνειρα που βλεπω.
Τρίτη 18 Ιανουαρίου 2011
Θέλω τώρα
Ειναι μαλακια να τα ζηταω όλα αυτα απο τους ανθρωπους και κυριως απο σενα γαμώ!
Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2010
Σαπιλα
Ρομαντζα
Όλη η νεολαια σαπιζει, βρωμαει και οι γεροι ψαχνουν για δουλεια.
και συ μου λες δε θα πρεπε να ειναι ετσι
Το τι θα επρεπε και τι θα ητανε σωστο ειναι μαλακιες
Γιατι; Γιατι οι νεοι λιωνουν και σαπιζουν στους υπολογιστες και στα πηδηγματα. στα κερασμενα παρτυ και στα γραναζια
Και οι μανες ειναι ξεχυτες εξω ανεργες για δουλεια
και συ μου λες μια αλλη κοινωνια..
Μια αλλη κοινωνια, ελα εδω αφουγκρασου το που κοχλαζει, ειμαστε ολοι εμεις που βραζουμε μεσα στο ζουμι μας
Ο τακης πουλησε το μαγαζι, και η μαρια ψαχνει στον αγγελιφορο μπας και βρει καμια γιαγια να νταντευει
εχθες που βγηκα σε ενα μπαρακι για μπυρες με τους συμφοιτητες μιλουσαν μονο για την υποπραγματικοτητα, για φασεις γρηγορες και για ο πως ολη την βδομαδα ειδαν τηλεοραση, η τηλεοραση ειναι ακομα τζαμπα
και συ μου λες και μου λες
αλλα λυση δε δινεις
Και η αλλη κοινωνια που ειναι; πως θα ερθει; μοναχη της; με συνοδεια; απλα; ευκολα; γρηγορα;
Και εγω σου λεω θελει αγωνα και τοσο κοπο
Σαπιζουμε εδω κατω στα καζανια της κολασεως.
Ψαρευουμε γαλοτσες και τις τρωμε για πρωινο
Και συ μου λες ιστοριες
και γω βαριεμαι να τις ακουσω
Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2010
Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2010
Τα κόκκινα δευτερόλεπτα
Κεφάλαιο 1
Τα πρώτο μου κόκκινο δευτερόλεπτο
Όταν το πρωί ανοίξα τα μάτια, χαμογέλασα, και δε φανταζόμουν τίποτα άλλο παρα μόνο εσένα. Ένιωθα την όμορφη χαρά να με γιατρεύουν από τον πόνο. Είχα ματώσει όλο το κρεβάτι. Πονούσα φριχτά, το κορμί μου με ικέτευε να σταματήσω, να σταματήσω να σε νοιάζομαι, να σταματήσω να είμαι εσύ. Όμως αυτό δε γινόταν, όχι αυτο δε γινόταν σίγουρα.
Έτούτη η ζεστή σαν ένεση γλυκεία ζέστη έτρεχε μες τις φλέβες μου και ρυάκια από κόκκινο πυχτό αίμα ξεχείλιζαν από μέσα απ' το κορμί μου και ξεχύνονταν στο σεντόνι απ' ανω. Σ'αγαπούσα και αυτό δεν ήταν αρκετό για το άρρωστο μυαλό μου, αυτό με τρέλενε, αυτό με κρατούσε στα δυο μου πόδια όρθιο, να χορεύω, να τρέχω, να χαρίζω στους φίλους μου πράσινες και κόκκινες κιμωλίες, αυτές που είχα με τόσο κόπο είχα μαζέψει, αυτές που έλεγα πως “αγαπώ” μέχρι ο τρελλός να γνωρίσω εσένα. Τα μάτια μου κλειστά για να μην δακρύσουν, να μην αρρωστήσουν και άλλο το μυαλό μου, τα κρατούσα εκείνη την μέρα, ολόκληρη μέρα κλειστά. Είχα εκνευρίσει την καλή Λίζα, έφτασε σε σημείο να μου τα ανοίξει με τα ίδια της τα χέρια. Άρνιόμουν γιατί δεν ήθελα να δω τίποτα άλλο παρά μόνο εσένα, με αρρώσταινες λέπτο με λεπτό πιο πολύ εκείνη την μέρα. Και φοβόμουν ομορφιά μου, φοβόμουν περίεργα, φοβόμουν όπως φοβόντουσαν όλοι να μην φοβηθώ. Να μην ξανα βρεθώ στο σκοτάδι, όμως είχα ήδη βρεθεί στο σκοτάδι, μόνος μου επίτηδες κρατώντας τα μάτια μου κλειστά, περιμένοντας να τα ανοίξω για να φυλακίσω μόνο εσένα μέσα τους. Φοβόμουν όμως μήπως περνούσες και σε έχανα. Έτσι τα άνοιγα στα κλεφτά να κοιτάξω μήπως είσαι εκεί. Να σε δω, να γλυτώσω από την λαχτάρα μου να σε δω.
Αυτά δεν είναι τα λόγια ενός τρελού, όμως σίγουρα ήταν οι πράξεις ενός τρελλού, μανιακού που με τον ζεστό έρωτα του για σένα προσπαθούσε να σταθεί όρθιος, για σένανε και μόνο.
Γλυκειά μέρα όπως όλες οι μέρες της άνοιξης, στεκόμουν και αναλωνόμουν με την ηλίθεια εκείνη συνήθεια. Μάζευα το υγρό χώμα, το καθάριζα αργά αργά και το έκανα βουναλάκια. Καθόμουν στο ίδιο παγκάκι που μου άρεζε να κάθομαι όλα εκείνα τα χρόνια, μάζευα το καστανό χώμα της άνοιξης που είχε ο κήπος του Marsach και το χάιδευα, το καθάριζα, το έπαιζα. Όλα αυτά με τις ώρες. Όμως εκείνη την άνοιξη έπαιζα με το χώμα και το μυαλό μου έτρεχε σαν λύκος γρήγορα, έτρεχε προς τα σένα. Και έτσι οι μέρες φαινόντουσαν να είναι πιο σπάνιες. Απολάμβανα κάθε τυπική διαδικασία, το βούρτσισμα των δοντιών, το πρωινό στην τραπεζαρία, την ιατρική εξέταση του μεσημεριού, τα χάπια μετά το μεσημεριανό, το παιχνίδι, το παγκάκι μου, τα χάπια πριν τον ύπνο, αλλά αυτό που απολάμβανα πιο πολύ από όλα εκείνες τις μέρες, ήταν σίγουρα ο ύπνος, ο γλυκός ύπνος με έσενα να πρωταγωνιστείς σε κάθε όνειρο, σε κάθε ανάσα μου, σε κάθε παλμό.
Η καλή Λίζα εκείνες τις μέρες της Άνοιξης είδε πως ήμουν τόσο καλά, τόσο ευτυχής που η καημένη μου έκοψε κάποιο χάπι. Η Μίνα χάρηκε τόσο όταν το μαθε που μου χάρισε ένα ρολόι με κόκκινους δείκτες, τρεις, έναν για την ώρα, έναν για τα λεπτά και ένα για τα δευτερόλεπτα. Ήταν εκείνες τις νύχτες της άνοιξης που σταμάτησα να κοιμάμαι μετρώντας τα δευτερόλεπτα. Τα κόκκινα δευτερόλεπτα και παρ' ότι η καλή Λίζα πίστευε πως όλα είναι καλά, εγώ έχανα τα δευτερόλεπτα του ύπνου μου, όλα τα κόκκινα δευτερόλεπτα για 5 μέρες συνεχόμενα, μέχρι να το καταλάβουν και να με καρφώσουν με υπνωτική ένεση.
Κοιμήθηκα τελικά εκείνη την νύχτα της άνοιξης, βαριά χωρίς να σε δω στα όνειρα μου, ναρκωμένα και ξερά τα μάτια μου έκλεισαν χωρίς να θέλω. Μου πήραν το ρολόι και έτσι ομορφιά μου σταμάτησα να μετρώ τα κόκκινα δευτερόλεπτα, τα δευτερόλεπτα που δεν ήμουνα κοντά σου.
Είναι περίεργο το μυαλό ενός τρελλού ανθρώπου και όταν του στερείς αυτό που λαχταράει αυτό δεν ανταποκρίνεται όπως όλων των άλλων, των λογικών ανθρώπων. Αυτό βυθίζεται σε εκείνο το κρύο σκοτάδι που όμοιο του δεν υπάρχει πουθενά, κατρακυλάει σε μια μεγάλη τρύπα που το ίδιο μόνο του έχει φτιάξει και ο γυρισμός είναι δύσκολος. Δεν είχα προσπαθήσει να αυτοκτονήσω, όχι. Απλά να με πονέσω, να με συνεφέρω, έτσι πίστευα πως θα άλλαζαν όλα, θα ερχόσουν κοντά μου, και θα μου έδειναν πίσω τα κόκκινα μου δευτερόλεπτα που θα ήθελα να τα ξοδέψω όλα μαζί σου, όλα.
Δεν πήρα πίσω το ρολόι μου, και νομίζα τότε πως η Μίνα μου κρατούσε κακία και πως εσύ δε μ' αγαπούσες. Βέβαια ξέρεις και συ πως δεν με γνώριζες καν μέχρι τότε και όσο και αν αστείο είναι δεν με συνάντησες για χρόνια ολόκληρα μετά. Όμως ομορφιά μου, γλυκιά μου Νάνσυ ξέρεις καλά πως ποτέ στα αλήθεια δεν υπήρχες. Σε περιμένω ακόμα..
Τρίτη 16 Νοεμβρίου 2010
Σάββατο 13 Νοεμβρίου 2010
Σκεψεις ενος ψαρα
Αγρια νυχτα και δε λειπει τιποτα, ειναι ολα εκει, ολοι εκει, ολοι εκει που θα επρεπε να ειναι.
Πυχτο και μαυρο σκοταδι, σαν να ειναι θαλασσα και ουρανος ενα. Μια ενωμενη μαζα ετοιμη να με κατασπαραξει, εμενα και το καλαμι μου.
Δε ΅τσιμπαει΅.
"..one more cup of cofee for the road.."
Πως τρεχει το μυαλο και πως τουμπες κανει, και πως εκει που μετανιωνω για ολα, και με πνιγει ο αφρος που σκαει στα ποδια μου, ερχεται η θυμιση σου και αυτο δε ξερω καν αν θα το αντεξω. Και η ζωη να φαινεται να περναει σαν ασπρομαυρη ταινια μπροστα μου, με εσενα μοναδικό της χρωμα. Ποσο δυσκολο να με συγχωρεσεις, ποσο δυσκολο να με συγχωρεσω ομως.
"..No gratitude or love
Your loyalty is not to me
But to the stars above.."
Και η θαλασσα στεκει μπροστα μου, με κρινει, με μαστιγωνει, μου θυμωνει. Και εγω θυμωμενη με μενα γιατι θυμωσα την θαλασσα και σενα.
Οι πετονιες μου τραβιουντε, επιασα μια ψαρια, καλη.
Ειναι τοσο νυχτα που δεν θα ξημερωσει ποτε ξανα. Τοσο νυχτα, χωρις φεγγαρι. Ειναι χειμωνας.
Αν ειχα μονο μια ευχη αυτη θα ταν ψαρας να γινω, αλλα δυστυχισμενη παλι θα μουν χωρις εσενα. πανω απο τις οχθες τις ιρλανδιας να μουνα με σενα, αυτο θα ηθελα.
Βιαια ξημερωνει, βιαια.
"..But your heart is like an ocean
Mysterious and dark.."
Τρίτη 26 Οκτωβρίου 2010
περι πατριδος και ψεματος
Aπο τον σημερινο "ρ"
Για ένα τσιγάρο στάθηκα
Με προβληματιζει που "ψιλοπιστευει" ο κοσμος πως ισως μπορει να αλλάξει κατι μεσω ιντερνετ, βασικα οχι. Μπορει να μεταδωθει ταχυστα η πληροφορια αυτη που θα ξεσηκωσει τον κοσμο ορθιο. ομως καμια πραξη με νοημα και αποτελεσμα δε θα συμβει, λαβει χωρα μεσω του ιντερνετ. εδω δεν θα ταιριαζε μια κλισε λεξη τυπου "ξυπνα ρε" αλλα "Εχει τελικα μεγαλη διαφορα το ποτε ξυπνας απο το ποτε σηκωνεσε απο το κρεβατι".
χμ, αυτα πανω κατω.
εσεις?? ειδατε καμια ταινια τωρα τελευταια?